Theocritus, Idylls (XML Header) [genre: poetry] [word count] [lemma count] [Theoc. Id.]. | ||
<<Theoc. Id. 10.15 | Theoc. Id. 10.40 (English) | >>Theoc. Id. 10.55 |
10.30ἁ αἲξ τὰν κύτισον , ὁ λύκος τὰν αἶγα διώκει ,
ἁ γέρανος τὤροτρον , ἐγὼ δʼ ἐπὶ τὶν μεμάνημαι .
αἴθέ μοι ἦς , ὅσσα Κροῖσόν ποκα φαντὶ πεπᾶσθαι ,
χρύσεοι ἀμφότεροί κʼ ἀνεκείμεθα τᾷ Ἀφροδίτᾳ ,
τὼς αὐλὼς μὲν ἔχοισα καὶ ἢ ῥόδον ἢ μᾶλον τύ ,
σχῆμα δʼ ἐγὼ καὶ καινὰς ἐπʼ ἀμφοτέροισιν ἀμύκλας .
10.36Βομβύκα χαρίεσσʼ , οἱ μὲν πόδες ἀστράγαλοί τευς ,
ἁ φωνὰ δὲ τρύχνος · τὸν μὰν τρόπον οὐκ ἔχω εἰπεῖν .
Μίλωνἦ καλὰς ἄμμι ποέων ἐλελήθει βοῦκος ἀοιδάς .
ὡς εὖ τὰν ἰδέαν τᾶς ἁρμονίας ἐμέτρησεν .
10.40ὤμοι τῶ πώγωνος , ὃν ἀλιθίως ἀνέφυσα .
θᾶσαι δὴ καὶ ταῦτα τὰ τῶ θείω Λιτυέρσα .
Δάματερ πολύκαρπε πολύσταχυ , τοῦτο τὸ λᾷον
εὔεργόν τʼ εἴη καὶ κάρπιμον ὅττι μάλιστα .
Σφίγγετʼ ἀμαλλοδέται τὰ δράγματα , μὴ παριών τις
10.45εἴποι · σύκινοι ἄνδρες , ἀπώλετο χοὖτος ὁ μισθός .
Ἐς βορέην ἄνεμον τᾶς κόρθυος ἁ τομὰ ὔμμιν
ἢ ζέφυρον βλεπέτω · πιαίνεται ὁ στάχυς οὑτῶς .
Σῖτον ἀλοιῶντας φεύγειν τὸ μεσαμβρινὸν ὕπνον ·
ἐκ καλάμας ἄχυρον τελέθει τημόσδε μάλιστα .
10.50ἄρχεσθαι δʼ ἀμῶντας ἐγειρομένω κορυδαλλῶ ,
καὶ λήγειν εὕδοντος , ἐλινῦσαι δὲ τὸ καῦμα .
Εὐκτὸς ὁ τῶ βατράχω παῖδες βίος · οὐ μελεδαίνει
τὸν προπιεῖν ἐγχεῦντα · πάρεστι γὰρ ἄφθονον αὐτῷ .
Κάλλιον ὦ ʼπιμελητὰ φιλάργυρε τὸν φακὸν ἕψειν ·
10.36
Μίλων
10.40
10.45
10.50
Theocritus, Idylls (XML Header) [genre: poetry] [word count] [lemma count] [Theoc. Id.]. | ||
<<Theoc. Id. 10.15 | Theoc. Id. 10.40 (English) | >>Theoc. Id. 10.55 |