Theocritus, Idylls (XML Header) [genre: poetry] [word count] [lemma count] [Theoc. Id.]. | ||
<<Theoc. Id. 23.1 | Theoc. Id. 23.30 (English) | >>Theoc. Id. 23.55 |
23.20λάινε παῖ καὶ ἔρωτος ἀνάξιε , δῶρά τοι ἦλθον
λοίσθια ταῦτα φέρων , τὸν ἐμὸν βρόχον · οὐκέτι πὰρ σὲ
κῶρʼ ἐθέλω λύπης κεχολωμένος , ἀλλὰ βαδίζω ,
ἔνθα τύ μευ κατέκρινας , ὅπῃ λόγος ἦμεν ἀταρπὸν
ξυνάν , τοῖσιν ἐρῶσι τὸ φάρμακον ἔνθα τὸ λᾶθος .
23.25ἀλλὰ καὶ ἢν ὅλον αὐτὸ λαβὼν ποτὶ χεῖλος ἀμέλξω ,
οὐδʼ οὕτως σβέσσω τὸν ἐμὸν χόλον . ἄρτι δὲ χαίρειν
τοῖσι τεοῖς προθύροις ἐπιτέλλομαι . οἶδα τὸ μέλλον .
καὶ τὸ ῥόδον καλόν ἐστι , καὶ ὁ χρόνος αὐτὸ μαραίνει ·
καὶ τὸ ἴον καλόν ἐστιν ἐν εἴαρι , καὶ ταχὺ γηρᾷ ·
23.30λευκὸν τὸ κρίνον ἐστί , μαραίνεται ἁνίκα πίπτῃ ·
ἁ δὲ χιὼν λευκά , καὶ τάκεται ἁνίκα πασθῇ .
καὶ κάλλος καλόν ἐστι τὸ παιδικόν , ἀλλʼ ὀλίγον ζῇ .
ἥξει καιρὸς ἐκεῖνος , ὁπανίκα καὶ τὺ φιλάσεις ,
ἁνίκα τὰν κραδίαν ὀπτεύμενος ἁλμυρὰ κλαύσῃ .
23.35ἀλλὰ τὺ παῖ καὶ τοῦτο πανύστατον ἁδύ τι ῥέξον ·
ὁππόταν ἐξενθὼν ἠρτημένον ἐν προθύροισι
τοῖσι τεοῖσιν ἴδῃς τὸν τλάμονα , μή με παρένθῃς ,
στᾶθι δὲ καὶ βραχὺ κλαῦσον , ἐπισπείσας δὲ τὸ δάκρυ
23.39λῦσον τῶ σχοίνω με καὶ ἀμφίθες ἐκ ῥεθέων σῶν
εἵματα καὶ κρύψόν με , τὸ δʼ αὖ πύματόν με φίλασον ,
κἂν νεκρῷ χάρισαι τὰ σὰ χείλεα . μή με φοβαθῇς ·
οὐ δύναμαι λυπεῖν σε , διαλλάξεις με φιλάσας .
χῶμα δέ μοι χῶσόν τι ὅ μευ κρύψει τὸν ἔρωτα .
κἂν ἀπίῃς , τόδε μοι τρὶς ἐπαίασον · ὦ φίλε κεῖσαι .
23.25
23.30
23.35
23.39
Theocritus, Idylls (XML Header) [genre: poetry] [word count] [lemma count] [Theoc. Id.]. | ||
<<Theoc. Id. 23.1 | Theoc. Id. 23.30 (English) | >>Theoc. Id. 23.55 |